Δικαίωση, με δικαστική απόφαση-σταθμό για όλους τους εργαζόμενους: Νόμιμη η επίσχεση, υπόχρεοι έναντι των εργαζομένων όχι μόνο η εταιρεία DBAS, αλλά και τα φυσικά πρόσωπα που τη διοικούσαν (οικογένειες Σκαναβή και Μπενέκου) με την προσωπική τους περιουσία!
Με μια σπάνια στα δικαστικά χρονικά απόφαση, η οποία έχει εμβληματική σημασία για όλους τους εργαζόμενους που πέφτουν θύματα εργοδοτών κρυμμένων πίσω από την εταιρική «ασυλία» τους ως φυσικά πρόσωπα, το Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών δικαίωσε πανηγυρικά εμάς, τους απλήρωτους εργαζόμενους του «Επενδυτή», που βρισκόμαστε σε επίσχεση από τον Ιανουάριο του 2014.
Το δικαστήριο, με την υπ’ αριθμόν 664/2016 απόφασή του, έκανε δεκτή στο σύνολό της την αγωγή που ασκήσαμε 42 εν επισχέσει εργαζόμενοι του «Επενδυτή» (δημοσιογράφοι και τεχνικοί), με την υποστήριξη των δικηγόρων των συνδικαλιστικών μας ενώσεων (Απόστολος Τσαλαπάτης- ΕΣΗΕΑ και Γιάννης Σκορδιαλός- ΕΣΠΗΤ), με την οποία διεκδικούσαμε μισθούς υπερημερίας που αντιστοιχούν στην περίοδο της επίσχεσης, μέχρι και την κατάθεση της αγωγής. Σημειώνεται ότι οι εργαζόμενοι του «Επενδυτή» έχουμε ήδη δικαιωθεί δικαστικά και για τα δεδουλευμένα 5-8 μηνών που μας οφείλει η εταιρεία DBAS (των Σκαναβή – Μπενέκου), μέχρι και τον Δεκέμβριο του 2013.
Συγκεκριμένα, με την απόφασή του, το Μονομελές Πρωτοδικείο Αθήνας:
Αναγνωρίζει την υποχρέωση όλων των εναγομένων, δηλαδή τόσο της DBAS, όσο και των φυσικών προσώπων που τη διοικούσαν (δηλαδή των Ευαγγελίας Κοπάτου, συζύγου του Δ. Μπενέκου, Αλέξη Σκαναβή και Ελισάβετ Χατζηνικολή, συζύγου Σκαναβή), «ευθυνομένων εις ολόκληρον», να καταβάλουν τους μισθούς υπερημερίας στους εργαζόμενους.
Αναγνωρίζει ως απολύτως νόμιμη την επίσχεση εργασίας που άσκησαν οι εργαζόμενοι του «Επενδυτή», και απορρίπτει την ένσταση καταχρηστικής άσκησης του δικαιώματος επίσχεσης που είχε καταθέσει η πλευρά της εργοδοσίας. Η απόφαση του δικαστηρίου αναφέρει χαρακτηριστικά ότι οι εργαζόμενοι «πριν ασκήσουν το δικαίωμα επίσχεσης εξάντλησαν τα όρια υπομονής τους».
Απορρίπτει ως «αβάσιμους τους ισχυρισμούς της εργοδοσίας περί λύσης της σχέσης εργασίας με οικειοθελή αποχώρηση των εργαζομένων», καθιστώντας έτσι ανυπόστατα, ψευδή και επί της ουσίας πλαστογραφημένα τα έγγραφα οικειοθελούς αποχώρησης που κατέθεσε η εργοδοσία έξι μήνες μετά την έναρξη της επίσχεσης στον ΟΑΕΔ και στα ασφαλιστικά μας ταμεία (Ιούλιο 2014). Γεγονός που επιτρέπει τόσο στην αρμόδια κρατική αρχή όσο και στα Ταμεία μας να προβούν σε περαιτέρω νομικά μέτρα για τις παράνομες ενέργειες της εργοδοσίας.
Κάνει δεκτή την έκθεση πραγματογνωμοσύνης που κατέθεσαν οι δικηγόροι των εργαζομένων, σύμφωνα με την οποία οι εταιρείες ΗΜΕΠΕΤ (που εκδίδει τον ημερήσιο «Ελεύθερο Τύπο»), SABD (που εκδίδει τον Τύπο της Κυριακής) και DBAS (που εξέδιδε τον «Επενδυτή» από τον Απρίλιο του 2012) «αποτελούν στην πραγματικότητα όμιλο επιχειρήσεων υπό κοινό μετοχικό έλεγχο και διοίκηση».
Το δικαστήριο αποδέχεται το βασικό εύρημα της πραγματογνωμοσύνης, ότι οι ιδιοκτήτες των εταιρειών επιβάρυναν την DBAS που εξέδιδε τον «Επενδυτή» με αγορά δεκαετούς ομολογιακού δανείου ύψους 1.900.000 που εξέδωσε η ΗΜΕΠΕΤ (ημερήσιος Ε.Τ.), ενώ ομολογίες 2,6 εκατ. φόρτωσαν στην τρίτη εταιρεία τους, τη SABD (Τύπος της Κυριακής). Μάλιστα, το δικαστήριο απορρίπτει τους ισχυρισμούς της εργοδοτικής πλευράς ότι τάχα το ομολογιακό δεν επιβάρυνε τη DBAS, επειδή όπως ισχυρίστηκαν εξοφλήθηκε ολοσχερώς πριν τη λήξη του σε τρεις δόσεις μεταξύ 26/9/2013 και 19/9/2014, με βάση παραστατικά που κατέθεσαν.
Το δικαστήριο, αντιλαμβανόμενο τις λογιστικές αλχημείες των εργοδοτών, λέει ευθέως ότι οι εργοδότες «δεν δίδουν καμιά απάντηση στο ερώτημα για ποιο λόγο, παρά την σχετικά άμεση εξόφληση και όχι σε βάθος δεκαετίας, όπως ήταν η πρόβλεψη κατά τη σύναψη του επιδίκου δεκαετούς διαρκείας ομολογιακού δανείου, δεν ικανοποιήθηκαν έστω και εν μέρει οι ήδη ληξιπρόθεσμες απαιτήσεις των εναγόντων – εργαζομένων (...), ειδικά κατά την καταβολή ποσού ύψους 375.000 ευρώ την 26-9-2013, όπως οι ίδιοι εναγόμενοι ισχυρίζονται».
Απορρίπτει ως κατ’ ουσία αβάσιμο τον ισχυρισμό της εργοδοσίας ότι οι εργαζόμενοι έχουν ευθύνη για την αναστολή της κυκλοφορίας του Επενδυτή, από τον Δεκέμβριο του 2013, δήθεν λόγω της απεργιακής τους κινητοποίησης για καταβολή δεδουλευμένων 5-8 μηνών.
Το δικαστήριο έκανε δεκτά τα αποδεικτικά στοιχεία που προσκόμισαν οι δικηγόροι των εργαζομένων, μεταξύ άλλων ηλεκτρονική αλληλογραφία, δημόσιες δηλώσεις και επιστολές στον τύπο των Μπενέκου- Σκαναβή, από τα οποία αποκαλύπτεται η – πασίγνωστη στους εργαζόμενους- πολύμηνη διαμάχη των δύο μετόχων η οποία οδήγησε στην αναστολή της έκδοσης και στην πλήρη αδρανοποίηση της εταιρείας.
Απορρίπτει «πρωτίστως ως απαράδεκτο» το αίτημα της εργοδοτικής πλευράς να υποχρεωθούν οι εργαζόμενοι να προσκομίσουν τα εκκαθαριστικά της εφορίας για το έτος 2014, για να αποδειχθεί αν κάποιοι από τους εργαζομένους είχαν εισοδήματα από άλλη εργασία! Το δικαστήριο απορρίπτει αυτού του είδους τους πονηρούς συμψηφισμούς και υποχρεώνει τόσο την DBAS, όσο και τα φυσικά πρόσωπα που ασκούσαν τη διοίκησή της (Σκαναβής και σύζυγοι Σκαναβή και Μπενέκου), που «ευθύνονται εις ολόκληρον, έκαστος εξ αυτών», να καταβάλουν τους μισθούς υπερημερίας (της επίσχεσης) για το διάστημα Ιανουαρίου- Σεπτεμβρίου 2014.
Αξιοσημείωτο είναι, επίσης, ότι το δικαστήριο απορρίπτει και τον ισχυρισμό μιας από τους εναγόμενους (σύζυγος Σκαναβή) περί έλλειψης παθητικής νομιμοποίησής της βάσει του ν. 3016/2002, τονίζοντας ότι ο σχετικός νόμος αφορά μόνο εισηγμένες στο ΧΑ ανώνυμες εταιρείες.
Τέλος, το δικαστήριο κηρύσσει την απόφαση προσωρινά εκτελεστή ως προς την εταιρεία DBAS, πράγμα που έχει ζωτική σημασία και για την ασφαλιστική κάλυψη των εργαζομένων για την περίοδο της επίσχεσης.
Τα πρακτικά οφέλη της απόφασης αυτής, που είναι το πρώτο αποφασιστικό βήμα για πλήρη δικαίωση, είναι προφανή. Όταν τελεσιδικήσει- και θα εξαντλήσουμε κάθε μέσο για να διασφαλιστεί αυτό-, οι εργοδότες και οι αχυράνθρωποί τους θα κληθούν να πληρώσουν ακόμη και με την προσωπική τους περιουσία, και δεν θα μπορούν να κρυφτούν πίσω από το «κουφάρι» της DBAS, την οποία φρόντισαν να απογυμνώσουν από κάθε περιουσιακή αξία.
Κι όταν μιλάμε για προσωπική περιουσία, εννοούμε κάθε κινητό ή ακίνητο περιουσιακό στοιχείο, περιλαμβανομένων των μετοχών τους στις άλλες εταιρείες. Φυσικά, με ανάλογο τρόπο θα διεκδικήσουμε και τις οφειλές για τον υπόλοιπο χρόνο της επίσχεσης μέχρι σήμερα, καθώς και τις αποζημιώσεις μας.
Θεωρήσαμε υποχρέωσή μας να αναφερθούμε διεξοδικά στο περιεχόμενο της δικαστικής απόφασης, που είναι αποτέλεσμα της επίμονης διεκδίκησης των αυτονόητων με τις απεργίες, με την επίσχεση και με όλες τις νομικές ενέργειες, οι οποίες πραγματοποιήθηκαν με τη συνεχή στήριξη των συνδικαλιστικών μας ενώσεων και με την εις βάθος δουλειά των δικηγόρων τους, Απ. Τσαλαπάτη και Γ. Σκορδιαλού.
Είναι μια απόφαση σημαντική για όλο τον κλάδο των ΜΜΕ, όπου η απλήρωτη εργασία και η προκλητική ασυλία των εργοδοτών έχει γίνει θλιβερός κανόνας. Είναι, επίσης, σημαντική για όλη τη μισθωτή εργασία και τα συνδικάτα της, που εδώ και πέντε χρόνια αντιμετωπίζουν γενικευμένη «στάση πληρωμών» από τους εργοδότες.
Θεωρούμε χρήσιμο και αναγκαίο οι συνδικαλιστικές ενώσεις να μελετήσουν, να διαδώσουν και να αξιοποιήσουν αυτή την απόφαση με κάθε πρόσφορο μέσο. Θεωρούμε εξίσου αναγκαίο να την μελετήσουν και αξιοποιήσουν και οι αρμόδιες κρατικές αρχές. Γιατί η απόφαση αποδεικνύει ότι ο απεγκλωβισμός του εργατικού δικαίου από την κατάσταση εμφράγματος που επικρατεί στη Δικαιοσύνη, με τους εργαζόμενους να περιμένουν δεκαετία και πλέον μέχρι να τελεσιδικήσουν οι διεκδικήσεις τους και τους εργοδότες να επιπλέουν στο τέλμα της ιδιότυπης αρνησιδικίας, αποτελεί όρο ώστε να πάψει η εργατική δικαιοσύνη να γίνεται αθέλητα «χορηγός» της ζούγκλας που έχουν διαμορφώσει στην αγορά εργασίας η κρίση και η μεθοδευμένη απορρύθμιση των εργασιακών σχέσεων.
Οι εν επισχέσει εργαζόμενοι του «Επενδυτή»
Υ.Γ. Το πλήρες κείμενο της απόφασης θα είναι στη διάθεση όποιου ενδιαφέρεται τις προσεχείς μέρες.
από
ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ ΤΩΝ ΣΥΝΤΑΚΤΩΝ